2 Μαΐ 2019

Η τελευταία ανάβαση - Γράφει ο Άρης Χατζηνικολάου για τον Ηλία Καλαϊτζή


[Το παρόν κείμενο αποτελεί μια προσωπική μαρτυρία των γεγονότων όπως τα έζησα, χωρίς να αποτελεί συνολική περιγραφή όλων όσων συνέβησαν εκείνες τις τρεις ημέρες].
Αφιερωμένο στον Ηλία (Ηλίας Μαρία Καλαϊτζή). 
Σάββατο 13 Απριλίου 
Μεσημέρι, το τηλέφωνο χτυπάει απανωτά. Γονείς και συγγενείς, λένε το ίδιο άσχημο νέο: πριν λίγες ώρες ο Ηλίας έπεσε σε μια χαράδρα, στο βουνό της Τύμφης, πάνω από την Μονή Στομίου. Ήταν μια εκδρομή ‘ρουτίνας’, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο κίνδυνο, κοντά στην Κόνιτσα, σε ένα μέρος τόσο γνώριμο για αυτόν. Τις προηγούμενες ημέρες ήθελε, μαζί με τους δυο...
συνοδοιπόρους του, να ανέβει και να εντοπίσει την παλιά καλύβα των Μυστακίδη-Ρήγου, στην Τύμφη.

Χάρτης της περιοχής με το σημείο της πτώσης

Ξεκινάμε γρήγορα, ξαδέρφια και συγγενείς από Θεσσαλονίκη και Αθήνα, ενώ στον δρόμο ενημερωνόμαστε: Οι δύο φίλοι- συνοδοιπόροι του που ήταν μαζί του, τον είδαν να χάνει την ισορροπία του σε ένα σημείο σχετικά βατό, που αντιστοιχούσε στην εμπειρία του Ηλία, όπου το μονοπάτι διέσχιζε οριζόντια ένα στενό, απότομο, χιονισμένο λούκι. Οι πυροσβέστες της ΕΜΑΚ έχουν φτάσει από το απόγευμα στην περιοχή και επιχειρούν κατεβαίνοντας με σχοινιά από το σημείο της πτώσης. Δεν έχουν οπτική επαφή, ούτε drone, οπότε τοποθετούν σχοινιά και κατεβαίνουν με ραπέλ, 150 μέτρα κάτω. Δεν βρίσκουν κάτι. Τελικά η επιχείρηση διακόπτεται αργά την νύχτα - ενώ εδώ και ώρες βρέχει. Θα συνεχίσουν αύριο με το ξημέρωμα. Ελικόπτερο διάσωσης δεν μπορεί να πετάξει, λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών.
Φτάνουμε βράδυ στην Κόνιτσα, βρισκόμαστε με την οικογένειά του στο αστυνομικό τμήμα. Είναι εκεί και ο Χρήστος, ο ένας από τους δύο συνοδοιπόρους του, που στο μεταξύ είχε κατέβει. Τα λόγια βγαίνουν δύσκολα, ό,τι και να πεις φαίνεται αταίριαστο ή άτοπο. Προσπαθούμε να διατηρήσουμε μια μικρή ελπίδα πως είναι ακόμα ζωντανός, αν και κατά βάθος ξέρουμε πως κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά απίθανο. Πέντε ξαδέρφια, ένας θείος και 2 φίλοι, ετοιμαζόμαστε για να ανέβουμε στο μοναστήρι, μόλις ξημερώσει. Έχουμε 2 drones και κάποιον ορειβατικό εξοπλισμό, που ελπίζουμε πως θα φανούν χρήσιμα.
Κυριακή 14 Απριλίου

Ξεκινάμε ενώ είναι ακόμα νύχτα και στις 7 το πρωί είμαστε στην Μονή Στομίου. Περίπου 20 ακόμα άτομα είναι εκεί, οι περισσότεροι από την ΕΜΑΚ, μαζί με κάποιους ορειβάτες από την Πρέβεζα. Φαίνονται κουρασμένοι από την χθεσινή επιχείρηση και τον ελάχιστο ύπνο. Κάποιοι από την ομάδα μας μένουν στο μοναστήρι και ξεκινάνε τις δοκιμαστικές πτήσεις, αλλά η απόσταση είναι μεγάλη, το drone δεν μπορεί να φτάσει ψηλά, δεν έχουμε αποτέλεσμα. Τα τρία ξαδέρφια (Θωμάς, Αλέξης, Άρης) και ο Κωνσταντίνος που έχει το δεύτερο drone, με οδηγό τον Νίκο, τον δεύτερο συνοδοιπόρο του Ηλία, ξεκινάμε για να ανέβουμε στο σημείο της πτώσης. Πίσω μας, σιγά σιγά, έρχονται και άλλοι. Η ανηφόρα είναι μάλλον η πιο έντονη που έχω δει ποτέ μου, το έδαφος παντού βρεγμένο.
Ο Νίκος μας κάνει από την αρχή εντύπωση. Ξέρουμε ότι έχει περάσει σχεδόν όλο το προηγούμενο 24ωρο περπατώντας στα απότομα αυτά μονοπάτια, μέρα και νύχτα, με βροχή ή χωρίς, έχει οδηγήσει την ΕΜΑΚ στο σημείο της πτώσης, έχει δει τον φίλο του να χάνεται μπροστά του. Σίγουρα ότι είναι ο πιο κουρασμένος από όλους. Κι όμως, είναι ο πρώτος που ξεκινάει. Μας παρακινεί να φύγουμε γρήγορα, ανεβαίνει την ανηφόρα με απίστευτο ρυθμό. Καταλαβαίνουμε ότι η ψυχική αντοχή του είναι αυτή που τροφοδοτεί τη σωματική. Αργότερα, θα πάρουμε και εμείς μια μικρή γεύση από αυτό.
Δύο ώρες μετά, φτάνουμε στο σημείο της πτώσης. Η θέα είναι εκπληκτική, η κορυφή της Γκαμήλας φαίνεται στο βάθος χιονισμένη. Μαγεία. Ακόμα και σε αυτή την τόσο δύσκολη στιγμή, δεν μπορώ να πάρω τα μάτια μου από τις ομορφιές της φύσης. Το drone ξεκινάει το ψάξιμο ενώ πλησιάζει ομίχλη. Λίγο πριν χαθεί η θέα από το λούκι, βλέπουμε κάτι στην οθόνη. Τα χρώματα ταιριάζουν με την περιγραφή των ρούχων του Ηλία. ‘Μάλλον είναι ο Ηλίας, φαίνεται μαζεμένος, μάλλον σε εμβρυακή στάση’, μόλις δύο μέτρα μετά το τέλος του 150μετρου σχοινιού που ακόμα κρέμεται από την χθεσινή κατάβαση. Το χειρότερο δυνατό σενάριο μας χτυπάει στα μηνίγγια: ‘Κατέβηκαν χθες το βράδυ, σταμάτησαν σχεδόν δίπλα του, δεν τον είδαν, πάγωσε το βράδυ’. Κάνουμε το λάθος και ενημερώνουμε τους γονείς του. Τελικά, η αγωνία μας παίρνει τέλος, όταν ο διοικητής της ΕΜΑΚ μας λέει πως αυτό που βλέπουμε είναι το σακίδιο του ίδιου και όχι ο Ηλίας. Άκυρο. ‘Ανακούφιση’, σκέφτομαι. Ποια ανακούφιση όμως; Άρα, λογικά θα είναι πιο χαμηλά ο Ηλίας. Υπάρχει περίπτωση να ζει αν έχει πέσει τόσο κάτω; Μάλλον καμία. Έχω μπερδευτεί, δεν ξέρω τι να ελπίσω. Μετανιώνω που ενημέρωσα τους γονείς του χωρίς να είμαι σίγουρος. Το τηλέφωνο όμως χτυπάει κάθε 5 λεπτά, όλη μέρα. Συγγενείς, φίλοι, εθελοντές, ορειβάτες, διασώστες, από Θεσσαλονίκη και Β. Ελλάδα, όλοι έχουν αγωνία, θέλουν να ενημερωθούν και να βοηθήσουν όπως μπορούν. Όσο η ομίχλη καλύπτει τα πάντα, η ομάδα της ΕΜΑΚ έχει αρχίσει να συγκεντρώνεται στο σημείο της πτώσης, θα επιχειρήσουν και πάλι να κατέβουν με τα σχοινιά. Αν ανοίξει ο καιρός το drone θα ξαναπετάξει. Εμείς αλλάζουμε σχέδιο.
Τα τρία ξαδέρφια με τον Νίκο, κατεβαίνουμε το μονοπάτι, κάνοντας ένα ημικύκλιο, φτάνοντας περίπου 300 μέτρα χαμηλότερα από το σημείο της πτώσης σε κάποια απόσταση από το λούκι όμως. Εκεί, κατάκοπος, ο Νίκος μας αφήνει να συνεχίσουμε. Οι κουβέντες σαν να είναι σιδερένιες. Όμως νιώθω ότι μέσα σε λίγες ώρες, έχουμε συνδεθεί κατευθείαν, ότι η αγωνία, το ζόρι, η αδρεναλίνη, η υπέρβαση, μας έφερε κοντά. ‘Να προσέχετε’. ‘Και εσύ να προσέχεις’.



Το μεσαίο τμήμα του λουκιού

Σχεδιάζουμε με το μυαλό μας μια διαδρομή που υποθέτουμε πως θα μας βγάλει στην μέση του λουκιού. Τραβερσάρουμε σε επικλινές, βρεγμένο έδαφος, με όσο περισσότερη προσοχή μπορούμε. Μετά από μισή ώρα φτάνουμε στο λούκι. Τα χιόνια τελειώνουν ακριβώς σε εκείνο το σημείο. Αποφασίζουμε να πάμε προς τα πάνω, αφού μας φαίνεται πιθανότερο να έχει σταματήσει την πτώση του ο Ηλίας στα πρώτα 300 μέτρα, παρά χαμηλότερα. Σε αυτή την φάση μας βρίσκει ο Γιάννης, ένας από τους εμπειρότερους ορειβάτες - οδηγούς της περιοχής. Ξέρουμε ότι θα βοηθήσει πολύ, παίρνουμε κουράγιο.
Ο Γιάννης είχε ξεκινήσει το πρωί ανεβαίνοντας μόνος από ένα διπλανό λούκι, ψάχνοντας εκεί τον Ηλία. Τελικά έφτασε στο σημείο της πτώσης, είδε τους ανθρώπους της ΕΜΑΚ και όπως εμείς, κατέβηκε από το μονοπάτι, ακολούθησε τα βήματά μας και βρέθηκε δίπλα μας. Ο Θωμάς με τον Γιάννη, που έχουν εξοπλισμό, ξεκινάνε για επάνω. Γρήγορα διαπιστώνουν πως κάναμε λάθος εκτίμηση, αφού το μόνο που συναντάνε εκεί είναι οι άνθρωποι της ΕΜΑΚ που στο μεταξύ έχουν κατέβει αρκετά χαμηλότερα από ότι χθες, με τα σχοινιά. Τίποτα μέχρι εδώ.
Ένας δρόμος έχει μείνει, λοιπόν, μόνο προς τα κάτω. Φανταζόμαστε τι θα συναντήσουμε, οπότε προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο. Ξεκινάμε την κατάβαση, όχι μέσα από το λούκι, αλλά από το πλάι - όχι μόνο γιατί πέφτουν πέτρες από τους επάνω, αλλά και γιατί η κλίση του λουκιού είναι απαγορευτική αν δεν έχεις σχοινιά. Η πλαϊνή πλευρά του λουκιού είναι επίσης απότομη, αλλά τουλάχιστον έχει δέντρα που μας παρέχουν μια σχετική ασφάλεια. Ο Γιάννης προπορεύεται και κινείται άνετα και γρήγορα. Λίγη ώρα μετά τον ακούω από κάτω μου να φωνάζει: “Τον βρήκα”. Ένα τεράστιο βάρος φεύγει από πάνω μου. Δεν ρωτάω τίποτα, αφού πλέον το σενάριο ‘ζωντανός’ έχει διαγραφεί απ΄ το μυαλό μου. Προσπαθώ να μην αφήσω την αγωνία μου να φτάσω γρήγορα στο σώμα του ξαδέρφου μου, να θέσει σε κίνδυνο την κατάβασή μου. Τελικά, όλα πάνε καλά - για μένα.
Φτάνω στο σώμα του Ηλία. Ο Γιάννης είναι εκεί, μαζί με ένα άλλο παιδί από την ΕΜΑΚ, τον Θανάση, ο οποίος μόλις έχει φτάσει κάνοντας μόνος του την ίδια περίπου πορεία με εμάς, αλλά από ένα χαμηλότερο σημείο, πιο βατό. Πίσω μου έρχονται ο Αλέξης και ο Θωμάς, μαζί με τους δυο ανθρώπους της ΕΜΑΚ που είχαν συναντήσει ψηλότερα. Έχουν σχοινιά, οπότε κατεβαίνουν πιο άνετα. Σε λίγο πλησιάζουν και αυτοί στο σώμα του Ηλία. Η έντασή μας, μαζί με την γνώση-ευθύνη ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μέχρι να κατεβούμε στην ασφάλεια του μοναστηριού είναι τέτοια που, κάπως αυτόματα, δεν μας αφήνει περιθώριο για υπερβολικούς συναισθηματισμούς. Στιγμιαία, παρατηρώντας το σώμα του ξαδέρφου μου, νιώθω ανακούφιση: ‘Δεν υπέφερε, ήταν ακαριαίο’. Ενημερώνουμε τους δικούς μας. ‘Τον βρήκαμε’.
Ο Θανάσης, με ένα ακόμα παιδί από την ΕΜΑΚ, ξεκινάνε για μια αναγνωριστική πορεία, παίρνουν το λούκι προς τα κάτω για να δουν αν βγάζει κοντά στο μοναστήρι, αφού η μεταφορά του φορείου προς τα πάνω, στο σημείο της πτώσης, είναι τρομερά δύσκολη. Περιμένουμε 4 ώρες μέχρι συγκεντρωθούν όλα τα μέλη της ΕΜΑΚ στο σημείο, μαζί με το φορείο, το μεγάλο σχοινί και τον υπόλοιπο εξοπλισμό. Στην αρχή ρίχνει χαλάζι και μετά βρέχει ασταμάτητα. Καθόμαστε κάτω από τα δέντρα για να καλυφθούμε. Σε κάποια φάση, κλείνω τα μάτια μου - κοιμάμαι για μισή ώρα, δεν καταλαβαίνω πως. Ξυπνάω και δεν έχει αλλάξει τίποτα. Βροχή, ο Ηλίας δίπλα μας. Περιμένουμε, οι ώρες περνάνε.
Κάποια στιγμή ο Θανάσης επιστρέφει. Είναι ΟΚ το λούκι, λέει, θα το κατέβουμε. Διαπιστώνω ότι ο άνθρωπος αυτός σχεδόν δεν έχει σταματήσει να περπατάει από το Σάββατο το απόγευμα μέχρι τώρα, 24 ώρες μετά. Κι όμως, φαίνεται λες και μόλις ξύπνησε ξεκούραστος. Εμπνέει τους πάντες. Λίγο πριν σκοτεινιάσει συγκεντρώνεται όλη η ομάδα, ενώ έρχεται και ο Κώστας, ένας ακόμα ορειβάτης από την Κόνιτσα για να βοηθήσει. Βάζουμε τον Ηλία στο φορείο και ξεκινάμε για κάτω.



Η κατάβαση με το φορείο

Η ΕΜΑΚ, προς ευχάριστη έκπληξή μας, κινείται με ταχύτητα και μεθοδικότητα. Σε όλη την διαδρομή, ο Θανάσης ‘οδηγεί’ το δεμένο φορείο που έχει συνολικό βάρος πάνω από 100 κιλά, τραβώντας το από μπροστά με έναν ιμάντα, ενώ οι μπροστινοί αφήνουν ελεγχόμενα το σχοινί για να κατέβει στο επικλινές έδαφος. Η ομάδα της ΕΜΑΚ με τους υπόλοιπους ορειβάτες, λειτουργούμε με άψογη συνεργασία και αποτελεσματικότητα.


Νυχτώνει. Συνεχίζουμε με φακούς. Είμαστε περίπου 20 άτομα και όλη την μέρα δεν έχω ακούσει από κανέναν ούτε ένα παράπονο, ούτε μια δυσάρεστη λέξη. Ξέρω ότι η ένταση και η αγωνία να βρεθεί ο Ηλίας έχει διαγράψει την λέξη ‘κούραση’ απ΄το μυαλό μας. Θυμάμαι τον Νίκο στην αρχή της μέρας. Είναι τρελό, αλλά μέσα στην απώλεια, νιώθω πλήρης: Κάναμε όλοι ότι μπορούσαμε.
Στις 22:00, φτάνουμε στο μοναστήρι. Έχει πολύ κόσμο, συγγενείς, εθελοντές του Ερυθρού Σταυρού. Ο ένας από τους δύο αδερφούς του που στο μεταξύ έχουν έρθει εκεί, ρωτάει αν μπορεί να ανοίξει τον σάκο να τον δει. Στις 23:00 βγαίνουμε από το φαράγγι, φτάνουμε στην Κόνιτσα. Οι 17 εντονότερες ώρες της ζωής μου.
Δευτέρα, στην Άρτα:

Στην κηδεία γίνεται το αδιαχώρητο, ο κόσμος δεν χωράει στην εκκλησία, η πλατεία γύρω είναι γεμάτη. Ξέρω πως όλοι σκέφτονται το ίδιο: ο Ηλίας ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος. Κανείς δεν έχει να πει κάτι κακό για αυτόν. Πραγματικά, ασχέτως αν συμφωνούσες ή όχι μαζί του, δεν γινόταν να μην τον συμπαθήσεις. Ήταν ένας χαρούμενος και αγαπητικός άνθρωπος. Η συναισθηματική παγωμάρα της προηγούμενης ημέρας επιτέλους εξαφανίζεται, η θλίψη παίρνει την θέση της, σχεδόν λυτρωτικά.
Η λύτρωση δεν είναι μόνο αυτή όμως. Μπροστά στον θάνατο οι διαφορές παραμερίζονται, οι άνθρωποι ενώνονται, έρχονται πιο κοντά, οι σχέσεις γίνονται πιο ουσιαστικές, ο άνθρωπος - για μια στιγμή - γίνεται Άνθρωπος.
Μπορούμε να μάθουμε από τον θάνατο. Μπορούμε να ζούμε σαν να ήταν να πεθάνουμε αύριο.
Αντί επιλόγου

Το σώμα του Ηλία βρέθηκε περίπου 700 μέτρα από το σημείο της πτώσης. Τα βουνά της Κόνιτσας, που τόσο αγάπησε, τον αγκάλιασαν την ημέρα των 39ων γενεθλίων του. Άφησε πίσω του μια σύζυγο και τέσσερα ανήλικα παιδιά. Όπως αναφέρει σε ένα από τα τελευταία βίντεο που τράβηξε λίγες ώρες πριν την πτώση του, την ώρα που φτάνει στην παλιά καλύβα που έψαχναν εδώ και μήνες: “ Λίγες φορές έχω χαρεί τόσο στην ζωή μου ”.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την αυταπάρνηση που έδειξαν την κρίσιμη στιγμή ο Νίκος Βάγιας, ο Θανάσης Γκόλιας και ο Γιάννης Σταθόπουλος. Αισθάνθηκα ότι ο Ηλίας είχε 3 ακόμα αδέρφια εκείνες τις δύο μέρες. Το ευχαριστώ είναι λίγο.
Ευχαριστούμε επίσης όλους τους πυροσβέστες της ΕΜΑΚ που επί δύο μέρες έκαναν ότι μπορούσαν, τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο που ανέβηκε πάνω μαζί μας για να βοηθήσει με το drone του και τον ξάδερφό του Κώστα Νικολόπουλο, καθώς και όλους αυτούς που προσφέρθηκαν να βοηθήσουν το Σάββατο αλλά τελικά δεν χρειάστηκε η συνεισφορά τους.



Ευχαριστούμε επίσης όλους και όλες που συμπαραστάθηκαν στην οικογένειά του, καθώς και αυτούς/ες που συνέβαλαν χωρίς να το γνωρίζω (συνάδελφοί του, συγγενείς και πολλοί άλλοι).
Καλό ταξίδι Ηλία!
Άρης Χατζηνικολάου

Απρίλιος 2019



Ο Ηλίας στον 'Ολυμπο (φώτο από το FB του)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου