Τ’ Αγίου Νικολάου, αύριο, κι ο νους γυρίζει πίσω στα μαθητικά χρόνια στη γενέτειρά μου που γιόρταζε, και βέβαια εξακολουθεί να γιορτάζει, τον πολιούχο της Άγιο, τον Άγιο Νικόλαο. Ο ναός του Αγίου Νικολάου είναι ο ενοριακός ναός της Επάνω Κόνιτσας και βρίσκεται δίπλα από το μητροπολιτικό μέγαρο. Ο σημερινός ναός χρονολογείται από το 1842 και σύμφωνα με τους χρονικογράφους της εποχής εκείνης τα εμπόδια που είχαν βάλει οι Τούρκοι στο χτίσιμό του ήταν πολλά. Ακόμα και πυροβολισμοί είχαν ριχτεί εναντίον των μαστόρων που δούλευαν πάνω στις... σκαλωσιές!
Για τους μαθητές του εξατάξιου τότε Γυμνασίου της μικρής μας πόλης το πρωτόκολλο του εορτασμού ήταν αυστηρό. Συγκεντρωνόμασταν στη αυλή του Γυμνασίου και οργανωμένοι κατά τάξεις πηγαίναμε στην εκκλησία. Το ντύσιμό μας ήταν συγκεκριμένο: λευκό πουκάμισο, πουλοβεράκι με λαιμόκοψη σχήματος V και σακάκι, συνήθως διαφορετικού χρώματος από το παντελόνι. Σκούφοι, γάντια και κασκόλ δεν υπήρχαν και ο παγωμένος βοριάς από τη Σουσνίτσα (Τραπεζίτσα), που συνήθως επικρατούσε εκείνη την ημέρα, κοκκίνιζε τ’ αυτά και τις μύτες και ξύλιαζε τα χέρια μας!
Στην εκκλησία όλα είχαν εορταστικό χρώμα. Πανηγυρική αρχιερατική θεία λειτουργία με τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της πόλης στις θέσεις τους και πλήθος κόσμου που ανέβαινε και από την ενορία της Κάτω Κόνιτσας. Δίπλα στο δεσποτικό θρόνο καθόταν μόνιμα ο μαθηματικός και επί δεκαετίες Γυμνασιάρχης μας. Οι Δήμαρχοι και οι Δημοτικοί Σύμβουλοι που έστεκαν μπροστά του κατά καιρούς άλλαζαν, αλλά εκείνος ήταν πάντα εκεί ψηλός, ευθυτενής και επιβλητικός. Φόβος και τρόμος όταν μας σήκωνε στον πίνακα ή μας έβαζε πρόχειρα διαγωνίσματα και κυρίως όταν παντοιοτρόπως ατακτούσαμε!
Πριν τελειώσει η λειτουργία, ένας από τους επιτρόπους της εκκλησίας πήγανε με τη σειρά στους άνδρες που είχαν την ονομαστική τους γιορτή και αφού τους ευχόταν χρόνια πολλά, τους ράντιζε με μυρωμένο νερό και τους πρόσφερε την περίφημη «φιγούρα», ένα ματσάκι με λουλούδια της εποχής. Εκείνοι, τότε, άφηναν διακριτικά στο δίσκο χρήματα υπέρ του Ιερού Ναού. Μη φανταστείτε τίποτε σπουδαίο. «Λιανώματα» ήταν, γιατί τα «χάρτινα» τότε ήταν είδος σε ανεπάρκεια. Όταν η λειτουργία τελείωνε και βγαίναμε στο προαύλιο του ναού, έπρεπε να ευχηθούμε σε όλους τους εορτάζοντες. Είχαμε, δεν είχαμε πολλές επαφές μαζί τους, έπρεπε να το κάνουμε. Ήταν η μέρα τους!
Η οικογένειά μας του Αγίου Νικολάου είχε την τιμητική της. Ο παππούς, ο αδελφός μου και η μητέρα μας είχαν την ονομαστική τους γιορτή. Όταν μετά την εκκλησία γυρίζαμε στο σπίτι, η εξώπορτά του έμενε ανοιχτή για αυτούς που θα έρχονταν για τα χρόνια πολλά και πρωτίστως για τον παπά της ενορίας που θα ερχόταν για το «ύψωμα». Με το καντήλι αναμμένο στο εικόνισμα, τη μασίνα (ξυλόσομπα) να καίει στο φουλ και πάνω στο στρωμένο τραπέζι ένα πιάτο με βρασμένο σιτάρι, μια λειτουργιά (πρόσφορο) και ένα ποτήρι κόκκινο κρασί, είμαστε όλοι εκεί, περιμένοντας τον παπά. Όταν εκείνος ερχόταν, έβαζε το πετραχήλι του, άναβε τα καρβουνάκια στο μπρούτζινο θυμιατήρι, έκοβε ένα τριγωνικό κομμάτι από τη λειτουργιά και έκανε την παράκλησή του.
Πάντως, εκείνα τα χρόνια στην Κόνιτσα δεν ήταν πολλοί οι φίλοι και οι συγγενείς που μας επισκέπτονταν για τα χρόνια πολλά αμέσως μετά την εκκλησία. Οι περισσότεροι έρχονταν το βράδυ, οπότε έδιναν κι έπαιρναν οι πίτες, οι μεζέδες και το κρασί. Όμως, στα περισσότερα χωριά της επαρχίας μας, οι άνδρες έπαιρναν με τη σειρά τα σπίτια των εορταζόντων αμέσως μετά το τέλος της λειτουργίας. Πολλοί μεζέδες δεν υπήρχαν, αλλά περίσσευε η ανθρώπινη ζεστασιά. Στους μεγάλους προσφέρονταν τσίπουρο ή κρασί και σε μας τα παιδιά συκομαΐδες ή σουμπέκια.
Στις μέρες μας, όπως και τα παλαιότερα χρόνια, ανταλλάσσουμε ευχές στις ονομαστικές γιορτές και στα γενέθλιά μας. Περισσότερες στις πρώτες και πολύ λιγότερες στα δεύτερα, γιατί την ημερομηνία των γενεθλίων μας τη γνωρίζουν μόνο οι στενοί συγγενείς μας και εκείνοι που εμείς επιλέγουμε να ξέρουν. Αυτό αναντίρρητα σημαίνει ότι στις ονομαστικές γιορτές, ακόμα και σήμερα, επιβάλλεται η κοινότητα και υποχωρούν η «ιδιωτικότητα» και η ατομικότητά μας. Όμως, υπάρχει μια σημαντική διαφορά στις ονομαστικές γιορτές του τότε και του τώρα που είναι δύσκολο να καταλάβουν όσοι δεν έχουν βιώματα από τη ζωή στο χωριό ή στις κοινές αυλές και τις γειτονιές των αστικών κέντρων τις προηγούμενες δεκαετίες. Όσα μέσα από την ψυχή μας δίναμε και παίρναμε στα προαύλια των εκκλησιών και στις επισκέψεις στα σπίτια αυτών που γιόρταζαν δεν μπορούν να αντικαταστήσουν οι ευχές με τα e-mail και τα «like»!
Χρόνια Πολλά στους σήμερα και αύριο εορτάζοντες!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου